Wednesday 17 October 2007

Good vibrations

Μπορώ με άνεση πλέον, στα 25 μου χρόνια και χωρίς ντροπή να εξομολογηθώ πως ανατριχιάζω με το μπάσο του The Pot από τους Tool. Ναι, είναι η αλήθεια που αποφάσισα να μοιραστώ μαζί σας (παίρνοντας ως δεδομένο ότι είστε πολλοί, μπόλικοι θα έλεγα!) αυτό το βροχερό βράδυ της Τρίτης. Τώρα, είναι το τσιφτετελοειδές της υπόθεσης, είναι το ταραμ-ταμ-ταμ, δεν ξέρω τί ακριβώς είναι, ή μάλλον ξέρω και μπορώ να το περιγράψω. Νομίζω πως είναι αυτή η χρονική διάρκεια που απασχολεί το ίδιο το όργανο μέσα σε ολόκληρο το κομμάτι. Είναι σαν να δίνεις στον ηθοποιό να πει έναν μονόλογο που αποκαλύπτει το αν στην ιστορία, τον φόνο τον έκανε όντως ο μπάτλερ μέσα στο γκαράζ. Βέβαια θα μου πεις, κάπως έτσι είναι σε όλες τις περιπτώσεις των σόλο όλων των οργάνων. Όμως όλα τα όργανα δεν ακούγονται το ίδιο και το κάθε ένα παίζει τον δικό του ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα. Τα τελευταία χρόνια παρατηρώ μια τάση να αφιερώνεται μουσικός χρόνος σε όργανα που παλιότερα, δεν λέω, είχαν κι αυτά το κομμάτι τους, αλλά τώρα πλέον ο μουσικός πειραματισμός, είτε αυτός είναι τεχνικός, είτε μελωδικός έχει φτάσει σε επίπεδα που δίνουν άλλες διαστάσεις σε αυτό που βγαίνει από τα ηχεία μας. Βέβαια, ο πειραματισμός από μόνος του είναι ένα μεγάλο θέμα που δεν θα πλησιάσω τώρα.
Το μπάσο λοιπόν. (ακούω παλαμάκια και προτροπές στο βάθος). Είδαμε τον Cisneros να το αποθεώνει, νοιώσαμε κάτω από το δέρμα μας την παρουσία του σε όλο το 10,000 Days, στο I των υπέροχων Sahg σώζει ζωές, στο Fear of a blank planet επιτρέπει στην μουσική να ηχήσει πολύ βαθύτερα από το αναμενόμενο, και ακούγοντας για ακόμη μια φορά το Hello Master των Priestess συνειδητοποιώ πως το νοιώθω να τρίβει τους γοφούς του παρέα με τις υπέροχες καμπύλες του με πολύ ροκενρόλ ρυθμό, ακριβώς έτσι όπως μου αρέσει. Για να μην αρχίσω να λέω για το Rise των The Answer. Οπότε, ναι παρατηρώ αυτή την συνήθεια όλο και περισσότερο. Αυτό που πάντα με εξέπληττε σε αυτό το όργανο είναι η θέση που διεκδικεί ηχητικά. Βαθύ, πολλές φορές σε τρομακτικό βαθμό, «στρώνει» ένα πρώτο επίπεδο ήχου έτσι ώστε να απλωθούν με άνεση όλοι οι υπόλοιποι, βρίσκεται πάντα πίσω από τις κάμερες, είναι low-key και πολλές φορές υποτιμημένο. Σε μεγάλες ορχήστρες πάντα υπάρχουν περισσότερα τσέλα σε σχέση με τα κοντραμπάσσα. Το τσέλο είναι ένα υπέροχο όργανο (πιέστηκα πολύ για να το πω αυτό), ναι είναι πολύ μελωδικό και δακρύβρεχτο, και υπερέχει αριθμητικά μέσα στην ορχήστρα, και γι’αυτό ακούγεται και περισσότερο. Αυτό συμβαίνει όμως γιατί εάν σε μια ορχήστρα έχουμε 6 ή 9 τσέλα και τον ίδιο αριθμό μπάσσων τότε τα τσέλα δεν θα ακούγονται το ίδιο διότι θα τα έχει πλακώσει η επιβλητικότητα του ήχου που βγάζει το κοντραμπάσσο. Ήχος του είναι περιπαικτικός. Έρχεται από βαθιά και πολλές φορές ακούγεται εξωκοσμικός. Υπάρχει και δεν υπάρχει. Το ακούς ή νομίζεις ότι το ακούς. Δεν υπάρχει άλλο όργανο που μπορεί να αντιπροσωπεύσει καλύτερα ηχητικά, π.χ., την ανατριχίλα του ανθρώπινου δέρματος. Αυτός ο ήχος έχει να κάνει με τις δονήσεις. Και οι δονήσεις είναι δουλειά του ήχου του μπάσσου. Ο φόβος ακούγεται σαν μπάσσο. Η μελωδία του μπορεί να αποτελέσει τον μοναδικό συνδετικό κρίκο μεταξύ κομματιών σε ένα δίσκο έτσι ώστε να επιτευχθεί το περιβόητο «δεν καταλαβαίνω που τελειώνει ένα κομμάτι και που αρχίζει το επόμενο». Όταν ξετυλίγεται πεντάγραμμο προς πεντάγραμμο και διάστημα προς διάστημα, δεν έχεις άλλη επιλογή παρά να του δώσεις την ανάλογη σημασία.
Όταν προετοιμαζόμουν για κάποιες εξετάσεις κάποια στιγμή στο παρελθόν, είχε αποφασίσει ο δάσκαλός μου να μου δώσει να παίξω την 9η του Μότσαρτ. Ναι ρε παιδί μου. Δεν μου άρεσε. Δεν ήταν αυτό που ήθελα να ακουστεί από τον όγκο ζεστού ξύλου και δονήσεων που πολύ συχνά έβρισκε καταφύγιο ανάμεσα στα πόδια μου ( =)). Οπότε, αφού του βγήκε η παναγία να με πείσει ότι αυτό θα έπαιζα, τελικά δεν το έπαιξα και διαλέξαμε ένα ντουέτο με πιάνο. Εκείνο το κομμάτι το λάτρεψα. Το λάτρεψα από την πρώτη στιγμή που το είχα παίξει μόνη μου και με συμπάθησε τόσο πολύ, που με βοήθησε να ξεπεράσω εκείνη την πρώτη φάση κολλήματος που έχουν όλοι όταν παίζουν με κάποιον άλλο και με πήρε στην πλάτη του για να με φέρει επιτυχώς σε ένα ομόφωνο και ολοστρόγγυλο δεκάρι. Το άφησα να υπερισχύσει του πιάνου και να δώσει το προβάδισμα. Το άφησα να ηχήσει θυμωμένα, σχεδόν μη καταλαβαίνοντας τί έπαιζα, αν και το είχα παίξει άπειρες φορές όταν διάβαζα. Το άφησα να ακουστεί μέχρι να ματώσει η μύτη μου. Αφού δεν μπορούσα να μιλήσω εγώ την ώρα που έπαιζα, το άφησα να κάνει αυτό όλη την βρώμικη δουλειά.
Η αλήθεια είναι πως για να μπορέσεις να ακούσεις την μουσική (μην το μπερδεύουμε με το ακούσεις μουσική) πρέπει να της φτιάξεις ένα χώρο μέσα στο κεφάλι σου ή στην ψυχή σου, όπως θέλεις πες το. Δεν έχει να κάνει με το πόσο σοβαρά παίρνεις την όλη υπόθεση μουσική ή όχι. Έχει να κάνει με το πώς ακούς ο,τιδήποτε και να είναι αυτό που ακούς. Και απλά σήμερα ήθελα να πω ότι οι αισθήσεις μου ανταποκρίνονται με επιτυχία που βρίσκεται έξω από τον έλεγχό μου στον μεγαλύτερο-από-μένα ήχο του μπάσου.

No comments: